Τα κριτήρια, τα ερωτήματα και τα ελληνικά πανεπιστήμια
Τη δεκαετία του 1970 είδε το φως η πρώτη κατάταξη πανεπιστημίων από ένα παιδαγωγικό περιοδικό που συνεργαζόταν με την εφημερίδα «Times» του Λονδίνου. Εξακολουθεί να υπάρχει και σήμερα ως Times Ηigher Education και είναι μαζί με τη «λίστα της Σανγκάης» (ARWU) και τη «λίστα QS-World University Rankings» οι τρεις διεθνείς κατατάξεις πανεπιστημίων διεθνώς με τη μεγαλύτερη επιρροή.
Του Άγγελου Συρίγου ■ 03 Δεκέμβριου 2022
Για τις κατατάξεις χρησιμοποιούνται ως κριτήρια:
– Αναλογία διδακτικού προσωπικού προς φοιτητές.
– Αριθμός διδακτορικών φοιτητών.
– Δημοτικότητα πανεπιστημίων βάσει του αριθμού των αιτήσεων που δέχονται ετησίως.
– Διακρίσεις (όπως αριθμός βραβείων Νομπέλ σε διδάσκοντες).
– Δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά κύρους με ανεξάρτητες επιτροπές.
– Ετεροαναφορές.
– Αριθμός κατοχυρωμένων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας από ανακαλύψεις εντός των ΑΕΙ.
Εδώ και πολλά χρόνια έχουν τεθεί επανειλημμένως σοβαρά ερωτήματα ως προς τα κριτήρια που ακολουθούν οι συγκεκριμένοι φορείς για τις κατατάξεις. Ενδεικτικά αναφέρονται κάποια σημεία:
• Τα κριτήρια για την κατάταξη λαμβάνουν υπόψη κυρίως την έρευνα και όχι την ποιότητα της εκπαιδεύσεως. Ο λόγος είναι απλός. Η μέτρηση της έρευνας διευκολύνεται από τις δημοσιεύσεις σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά. Αντιθέτως, η ποιότητα της ακαδημαϊκής διδασκαλίας είναι πολύ πιο δύσκολο να μετρηθεί. Ενας εξαιρετικός ερευνητής ή επιστήμονας δεν είναι απαραιτήτως και καλός ακαδημαϊκός δάσκαλος.
• Οσοι θεραπεύουν επιστήμες όπως η Φιλολογία ή η Νομική έχουν συνήθως τον μεγαλύτερο όγκο των έργων στη γλώσσα του τόπου τους. Τα επιστημονικά περιοδικά που λαμβάνονται υπόψη στις διεθνείς κατατάξεις είναι κατά κανόνα σε κάποια από τις διεθνείς γλώσσες, κυρίως αγγλόφωνα, και όχι στις γλώσσες μικρότερων εθνών.
• Χειραγώγηση των ετεροαναφορών μεταξύ επιστημόνων διαφορετικών πανεπιστημίων που συνεννοούνται να αλληλοϋποστηριχθούν.
• Μοιραία πρωτοκαθεδρία λόγω γλώσσας των αγγλόφωνων πανεπιστημίων.
Ως προς τη χώρα μας, οι συγκεκριμένες κατατάξεις δίνουν δυνατότητα συγκρίσεως με άλλα πανεπιστήμια και δημιουργούν κίνητρα έρευνας τουλάχιστον για τις επιστήμες εκείνες που η δημοσίευση σε ξενόγλωσσα επιστημονικά περιοδικά είναι μονόδρομος (π.χ. Ιατρική ή Πολυτεχνεία).
Τελευταία έχει ξεκινήσει έντονη κριτική διότι στα κριτήρια των κατατάξεων δεν λαμβάνεται υπόψη η κοινωνική ευθύνη, δηλαδή ο αριθμός των υποτροφιών, ίση πρόσβαση των φοιτητών ασχέτως εθνοτικής καταγωγής ή τα μέτρα που λαμβάνονται για τα ΑμεΑ. Αυτή η κριτική αφορά κυρίως αγγλοσαξονικά πανεπιστήμια όπου τα υψηλά δίδακτρα που πλέον επικρατούν σε Αγγλία και ΗΠΑ αποτελούν αντικειμενικό εμπόδιο στα άτομα από ασθενέστερες οικονομικές ομάδες να σπουδάσουν.
Ως προς τη χώρα μας, οι συγκεκριμένες κατατάξεις δίνουν δυνατότητα συγκρίσεως με άλλα πανεπιστήμια και δημιουργούν κίνητρα έρευνας τουλάχιστον για τις επιστήμες εκείνες που η δημοσίευση σε ξενόγλωσσα επιστημονικά περιοδικά είναι μονόδρομος (π.χ. Ιατρική ή Πολυτεχνεία). Από κει και πέρα όμως τα ελληνικά πανεπιστήμια θα πρέπει στη φάση που βρισκόμαστε να δίνουν πολύ μεγαλύτερη σημασία στην Εθνική Αρχή για την Ανώτατη Εκπαίδευση (ΕΘΑΑΕ) που δεν αποτελεί πυξίδα όπως οι διεθνείς κατατάξεις αλλά είναι εργαλείο για τη βελτίωσή τους. Ηταν πρωτοβουλία της Μαριέττας Γιαννάκου. Ξεκίνησε να λειτουργεί το 2006 ως Αρχή Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας (ΑΔΙΠ). Τη σημερινή μορφή της ως ανεξάρτητη αρχή προσέλαβε το 2020. Επί χρόνια δούλεψε αθόρυβα και ουσιαστικά και κατόρθωσε να καθιερωθεί στη συνείδηση των πανεπιστημιακών ως κάτι απαραίτητο για την επόμενη ημέρα των ελληνικών πανεπιστημίων.