Η δημόσια αντιπαράθεση που σφράγισε την επίσκεψη του προέδρου Ερντογάν στην Ελλάδα πριν έναν σχεδόν χρόνο, έριξε βαριά τη σκιά της στις διμερείς σχέσεις. Η αλυσίδα των τουρκικών προκλήσεων έχει πολλούς κρίκους. Αναμφισβητήτως, η υπόθεση των οκτώ Τούρκων στρατιωτικών έπαιξε σημαντικό ρόλο κι αυτό κατέστη σαφές με τη σύλληψη και τη φυλάκιση για πολλούς μήνες των δύο Ελλήνων στρατιωτικών.
Πιεζόμενη από την επιδείνωση των σχέσεών της με τις ΗΠΑ, η Άγκυρα τον τελευταίο καιρό επιχειρεί να ρίξει γέφυρες προς την Ευρώπη. Στο πλαίσιο αυτό εγγράφεται και η απελευθέρωση των δύο Ελλήνων, σε αντίθεση με τον πάστορα Μπράνσον, ο οποίος παραμένει εγκλωβισμένος στην Τουρκία. Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν το άνοιγμα του προέδρου Ερντογάν προς την Ευρώπη είναι ικανό να συμπαρασύρει προς θετική κατεύθυνση και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Κατηγορηματική απάντηση δεν μπορεί προς το παρόν να δοθεί, αλλά αναγκαία, αν και όχι και ικανή, συνθήκη είναι η Αθήνα να έχει επεξεργασθεί ένα ολοκληρωμένο σχέδιο. Υπενθυμίζουμε ότι με το άνοιγμα που είχε επιχειρηθεί το 1999, η ελληνοτουρκική διένεξη είχε προσεγγισθεί συνολικά και είχει επιδιωχθεί λύση-πακέτο, η οποία περιελάμβανε και το Κυπριακό. Στο πλαίσιο αυτό προέκυψε τα επόμενα χρόνια και το Σχέδιο Ανάν.
Η τότε ελληνική στρατηγική είχε θεμελιωθεί στο δόγμα του ευρωπαϊκού προσανατολισμού της Τουρκίας. Είχε, δηλαδή, θεωρηθεί πως εισερχόμενη σε ευρωπαϊκή τροχιά, η Τουρκία σταδιακώς θα μετεξελισσόταν σε κράτος ευρωπαϊκών προδιαγραφών με ευεργετικές συνέπειες στο επίπεδο των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Το τι απέδωσε στην πράξη εκείνη η στρατηγική δεν είναι του παρόντος. Το θεμέλιο, πάντως, εκείνης της στρατηγικής σήμερα δεν υφίσταται. Ούτε η Ευρώπη θέλει την Τουρκία στους κόλπους της, ούτε η Τουρκία προσβλέπει σε ένταξή της στην ΕΕ, αν και επισήμως δεν έχει εγκαταλείψει αυτή την προοπτική. Όπως προαναφέραμε, όμως, έχει –προς το παρόν τουλάχιστον– ισχυρούς λόγους να γεφυρώσει το χάσμα με την Ευρώπη, σε μία προσπάθεια να εξισορροπήσει την ισχυρότατη πίεση που της ασκούν οι ΗΠΑ.
Παρά τον γεωπολιτικό εναγκαλισμό με τον Πούτιν, ο Ερντογάν δεν αποκόπτεται επισήμως από την Δύση, επειδή έχει συνείδηση πως αυτό θα έχει μεγάλο κόστος. Γι’ αυτό και επιδιώκει βελτίωση των ευρωτουρκικών σχέσεων. Στην προσπάθειά του αυτή, η Ελλάδα μπορεί υπό προϋποθέσεις να παίξει κρίσιμο ρόλο. Και αυτόν ακριβώς τον ρόλο μπορεί η Αθήνα να αξιοποιήσει για να δημιουργήσει ένα άλλο κλίμα κι όχι μόνο στις διμερείς σχέσεις.
Θα προκύψει ένταση
Για να καταστεί αυτό δυνατόν απαιτείται ένας νέος στρατηγικός σχεδιασμός, όπως συνέβη και στο Κυπριακό, όταν η Αθήνα έθεσε για πρώτη φορά θέμα καταργήσεως των παρωχημένων εγγυήσεων. Δεν είναι δυνατόν, η ελληνική πολιτική έναντι της Τουρκίας να παραμένει στις ράγες του 1999, η Αθήνα να υποστηρίζει γενικώς την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας. Μπορεί αυτή η ρητορική να είναι εύκολη και βολική, αλλά δεν είναι παραγωγική.
Όπως προαναφέραμε, ούτε η Ευρώπη θέλει την Τουρκία, ούτε η Τουρκία ενδιαφέρεται πραγματικά να ενταχθεί στην Ευρώπη. Πολύ περισσότερο σήμερα που η Βρετανία, ο ισχυρός υποστηρικτής της τουρκικής ένταξης είναι εκτός ΕΕ. Τα νέα δεδομένα εγείρουν εκ των πραγμάτων μία πρόκληση: Εάν οι ευρωτουρκικές σχέσεις εισέλθουν σε τροχιά αποκατάστασης, η προοπτική της ένταξης εκ των πραγμάτων θα αντικατασταθεί από την προοπτική μίας ειδικής σχέσης, το περιεχόμενο της οποίας θα αποτελέσει κάποια στιγμή αντικείμενο ευρωτουρκικών διαπραγματεύσεων. Αυτές οι διαπραγματεύσεις δεν πρέπει να γίνουν με την Ελλάδα εκτός.
Μετά τη νίνη του στις εκλογές του περασμένου Ιουνίου, στο τιμόνι της Τουρκίας θα είναι για τα επόμενα χρόνια ο Ερντογάν. Αυτός θα είναι ο συνομιλητής και της Ευρώπης και της Ελλάδος. Έχει, λοιπόν, σημασία, να αναλύσουμε το πώς ακριβώς βλέπει την Ελλάδα στο γεωπολιτικό τοπίο που αναδύεται και λόγω της αμερικανοτουρκικής κρίσης.
Τις διμερείς σχέσεις, άλλωστε, δεν επηρεάζουν μόνο οι χρόνιες μονομερείς τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο και η προσπάθεια της Άγκυρας να διεισδύσει καθοριστικά στη Θράκη. Θα τις επηρεάσει και η ανακάλυψη νέων κοιτασμάτων στην κυπριακή ΑΟΖ. Ο Ερντογάν δείχνει αποφασισμένος να μην μείνει εκτός νυμφώνος και στο πλαίσιο αυτό προετοιμάζει τουρκική γεώτρηση. Το μέχρι που θα φθάσει είναι ένα ερώτημα που προς το παρόν δεν μπορεί να απαντηθεί. Το σίγουρο είναι ότι στην περιοχή θα προκύψει σύντομα ένταση.